Unfertigkeit - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Unfertigkeit - translation to Αγγλικά


Unfertigkeit      
n. crudity, quality of being unprocessed or unrefined
crudity      
n. Geschmacklosigkeit; Unfertigkeit, Unbearbeitetheit
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για Unfertigkeit
1. Das sage ich auch in Richtung der gegenwärtigen Koalition – obwohl mich das Maß an handwerklicher Unfertigkeit wirklich überrascht hat.
2. Nur unverbesserliche Ignoranten werden sich sträuben, hier, im berühmten Berliner Baudreckhäufchen, die unzweideutige Vanitas–Symbolik zu erkennen, den abgründigen Hinweis auf die Vergänglichkeit alles Irdischen und die ewige Unfertigkeit menschlichen Wirkens hienieden.
3. Die sanfte Melancholie von Wolfgang Beckers "Das Leben ist eine Baustelle" (1''7), in der die relativ frisch wiedervereinigte Stadt in ihrer pittoresken Unfertigkeit noch allerlei Versprechungen bereithielt, ist hier genauso fern wie der brachiale Optimismus von Tom Tykwers Tempo–Thriller "Lola Rennt" (1''8). Bei Tykwer taugte die Kapitale immerhin als Rennstrecke für junge Menschen, die glaubten, dem Schicksal ein Schnippchen schlagen zu können.